http://xilouris.gr/catalog/index.php
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%AF%CE%BA%CE%BF%CF%82_%CE%9E%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%8D%CF%81%CE%B7%CF%82
Νίκος Ξυλούρης
Τετάρτη 25 Απριλίου 2012
Πέμπτη 8 Μαρτίου 2012
Βιογραφικό του Νίκου Ξυλούρη
Στοιχεία για τον ίδιο
Ο Αρχάγγελος της Κρήτης μπορεί να σιώπησε για πάντα πριν από τριάντα χρόνια, όμως, ο μύθος του παλικαριού με τη στεντόρεια και την αισθαντική φωνή, την καθαρή ματιά, δεν έπαψε ούτε στιγμή να φουντώνει και να θεριεύει στην καρδιά και τη συνείδηση του κόσμου.
Ο Νίκος Ξυλούρης ή Ψαρονίκος υπήρξε μια από τις σπουδαιότερες φωνές της σύγχρονης Ελλάδας, ένας καλλιτέχνης που το όνομά του έχει ξεφύγει από τα στενά όρια της Κρήτης και έχει συνδεθεί με την έννοια του αγώνα και της επανάστασης. Η κληρονομιά του δεν είναι μόνο τα τραγούδια του αλλά και η γενικότερη παρουσία του στα καλλιτεχνικά, κοινωνικά και πολιτικά πράγματα, σε ταραγμένες εποχές για τον τόπο μας.
Τα πρώτα βήματα
Ο Νίκος Ξυλούρης γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου 1936 στα Ανώγεια, από οικογένεια με μουσική παράδοση και πολλούς λυράρηδες. Στα πέντε του χρόνια, όταν οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό του, ξεριζώθηκε από τον τόπο του μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους, οι οποίοι μεταφέρθηκαν σε χωριό της επαρχίας Μυλοποτάμου, όπου παρέμειναν μέχρι και την απελευθέρωση της Κρήτης.
Σε νεαρή ηλικία, στην τρίτη μόλις τάξη, παρακαλεί τους γονείς του να του πάρουν μια λύρα και να τον αφήσουν να συνεχίσει την δουλειά του παππού του. Αλλά ο πατέρας του, Γιώργος Ξυλούρης, είναι ανένδοτος, θέλει ο γιος του να μάθει γράμματα και να σπουδάσει. Τελικά όμως ο Νίκος, με τη βοήθεια του δασκάλου του, ο οποίος πίστεψε στο ταλέντο του, καταφέρνει να πείσει τον πατέρα του. Έτσι ένα πρωινό αγοράζει από το Ηράκλειο την πιο όμορφη λύρα. Τα όνειρα του Νίκου παίρνουν σάρκα και οστά. Το τραγούδι γίνεται από εκείνη τη στιγμή ο σκοπός της ζωής του. Κανείς πια δεν μπορεί να τον εμποδίσει. Αλλά ούτε και ο ίδιος θα μπορούσε να φανταστεί πως με το τραγούδι του θα έφερνε μια μέρα μηνύματα αγάπης και λευτεριάς και θα ξεσήκωνε ολόκληρη την Ελλάδα.
Στα 17 με όπλα τη λύρα και τη φωνή του ζητά την ευχή της μάνας του, χαιρετά τα αγρίμια και το Ψηλορείτη και κατεβαίνει στο Ηράκλειο. Εκεί πιάνει δουλειά στο κέντρο "Κάστρο" και με τα λεφτά που παίρνει πληρώνει ίσα -ίσα την κάμαρα που είχε νοικιάσει. Ο Ξυλούρης την περίοδο αυτή είχε να αντιμετωπίσει τη μουσική εκείνης της εποχής (ευρωπαϊκά βαλς, ταγκό κ.λ.π) καθώς επίσης και τους μεγάλους λυράρηδες που δεν τον έβλεπαν με καλό μάτι. Τα οικονομικά του δεν πήγαιναν καλά, οι καλοί φίλοι όμως που είχε αποκτήσει στο Ηράκλειο τον βοηθούν οργανώνοντας γλέντια.
Την 21η Μαΐου του 1958, ο Νίκος Ξυλούρης παντρεύεται την Ουρανία Μελαμπιανάκη και το Σεπτέμβρη του ίδιου έτους αποφασίζουν να εγκατασταθούν μαζί στο Ηράκλειο.
Η αναγνώριση
Ο Νίκος συνεχίζει την ανοδική του πορεία και τον Νοέμβριο του 1958 βγάζει τον πρώτο του δίσκο με την εταιρία "Οντεόν" που έχει τίτλο "Μια μαυροφόρα που περνά". Η αμοιβή του ήταν μόλις 150 δραχμές !! Ο δίσκος είχε επιτυχία και έτσι η εταιρία του τον βοηθάει να κάνει κι άλλους δίσκους, βγάζοντας τον από τις δύσκολες μέρες.
Το 1960 γεννήθηκε ο γιός του, Γιώργος, και το 1966 η κόρη του, Ρηνιώ. Την χρονιά της γέννησης της κόρης του, το κράτος επιλέγει και στέλνει τον Νίκο Ξυλούρη σε φολκλορικό διαγωνισμό στο Σαν Ρέμο οπού ανάμεσα από δεκάδες συγκροτήματα ο Έλληνας λυράρης παίρνει το πρώτο βραβείο για την ερμηνεία του στο συρτάκι που έπαιξε με την λύρα.
Το 1967, επί δικτατορίας, ανοίγει στο Ηράκλειο το πρώτο κρητικό κέντρο, τον "Ερωτόκριτο" και τον Απρίλη του 1969 κάνει την πρώτη του επίσημη δοκιμαστική εμφάνιση του στην Αθήνα, στο κέντρο "Κονάκι". Την ίδια χρονιά, ηχογράφησε με μεγάλη επιτυχία το δίσκο "Ανυφαντού". Ο κόσμος τον αποθεώνει και ο Νίκος Ξυλούρης αποφασίζει να εγκατασταθεί στην Αθήνα. Κάποιο από τα βράδια ο Νίκος γνωρίζεται με τον σκηνοθέτη και ποιητή, Ερρίκο Θαλασσινό, και γίνονται αχώριστοι φίλοι. Μέσω του Θαλασσινού γνωρίζει τον μουσικοσυνθέτη, Γιάννη Μαρκόπουλο, με τον οποίο και συνεργάστηκε. Μετά από ένα χειμώνα επιτυχίας, το καλοκαίρι του ’70 κατεβαίνει στο Ηράκλειο να εργαστεί. Εκείνο το καλοκαίρι γνωρίζεται με τον Τάκη Λαμπρόπουλο, τότε διευθυντή της "Κολούμπια", ο οποίος και του ζητά να συνεργαστούν. Αυτή η συνάντηση αποτέλεσε την αφετηρία για την καριέρα του Νίκου. Το έργο του με τίτλο τα "Ριζίτικα", που τόσο καιρό προσπαθούσε να εκδώσει, γίνεται δίσκος και φιγουράρει στις βιτρίνες των αθηναϊκών καταστημάτων.
Τα παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης, με τη φωνή του Νίκου ΞΥΛΟΥΡΗ θα αποκτήσουν μια πανελλήνια εμβέλεια και μια δυναμική που ποτέ δεν είχαν στο παρελθόν, όσο μεγάλοι και αν ήταν οι καλλιτέχνες, τραγουδιστές και οργανοπαίχτες που την υπηρετούσαν.
Μέσα στην καρδιά της δικτατορίας, η φωνή του περίφημου Νίκου Ξυλούρη, είτε λέει τα τραγούδια του Μαρκόπουλου, είτε παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης, γίνεται σημαία αντίστασης «Ποτέ θα κάνει ξαστεριά», «Αγρίμια κι αγριμάκια μου»… Κανείς, αλλά και ούτε ο ίδιος θα μπορούσε να φανταστεί πως με το τραγούδι του θα έφερνε μια μέρα μηνύματα αγάπης και λευτεριάς και θα ξεσήκωνε όλη την Ελλάδα.
Μετά τα κέντρα και τις μπουάτ, έρχεται το θέατρο. Το καλοκαίρι του 1973 η αξέχαστη Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος ανεβάζουν το "Μεγάλο μας Τσίρκο". Ο Νίκος Ξυλούρης δίνει τον καλύτερο εαυτό του και τα ταμεία δεν προλαβαίνουν να κόβουν εισιτήρια. Η παράσταση μένει σταθμός στην καλλιτεχνική καριέρα του Νίκου.
Ο Νίκος ΞΥΛΟΥΡΗΣ στην ακμή της καριέρας του ζώντας μεγάλες στιγμές δόξας, χάνει την μάχη με την επάρατη νόσο και αφήνει για πάντα τα εγκόσμια την Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 1980 σε ηλικία μόλις 44 χρονών. Η φωνή του όμως παραμένει ζωντανή μέσα στις ψυχές των Κρητών σε όλο τον κόσμο που ακόμη και σήμερα τραγουδούν τα τραγούδια του κρατώντας ζωντανή τη φλόγα της Κρητικής λεβεντιάς.
Ο Αρχάγγελος της Κρήτης μπορεί να σιώπησε για πάντα πριν από τριάντα χρόνια, όμως, ο μύθος του παλικαριού με τη στεντόρεια και την αισθαντική φωνή, την καθαρή ματιά, δεν έπαψε ούτε στιγμή να φουντώνει και να θεριεύει στην καρδιά και τη συνείδηση του κόσμου.
Ο Νίκος Ξυλούρης ή Ψαρονίκος υπήρξε μια από τις σπουδαιότερες φωνές της σύγχρονης Ελλάδας, ένας καλλιτέχνης που το όνομά του έχει ξεφύγει από τα στενά όρια της Κρήτης και έχει συνδεθεί με την έννοια του αγώνα και της επανάστασης. Η κληρονομιά του δεν είναι μόνο τα τραγούδια του αλλά και η γενικότερη παρουσία του στα καλλιτεχνικά, κοινωνικά και πολιτικά πράγματα, σε ταραγμένες εποχές για τον τόπο μας.
Τα πρώτα βήματα
Ο Νίκος Ξυλούρης γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου 1936 στα Ανώγεια, από οικογένεια με μουσική παράδοση και πολλούς λυράρηδες. Στα πέντε του χρόνια, όταν οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό του, ξεριζώθηκε από τον τόπο του μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους, οι οποίοι μεταφέρθηκαν σε χωριό της επαρχίας Μυλοποτάμου, όπου παρέμειναν μέχρι και την απελευθέρωση της Κρήτης.
Σε νεαρή ηλικία, στην τρίτη μόλις τάξη, παρακαλεί τους γονείς του να του πάρουν μια λύρα και να τον αφήσουν να συνεχίσει την δουλειά του παππού του. Αλλά ο πατέρας του, Γιώργος Ξυλούρης, είναι ανένδοτος, θέλει ο γιος του να μάθει γράμματα και να σπουδάσει. Τελικά όμως ο Νίκος, με τη βοήθεια του δασκάλου του, ο οποίος πίστεψε στο ταλέντο του, καταφέρνει να πείσει τον πατέρα του. Έτσι ένα πρωινό αγοράζει από το Ηράκλειο την πιο όμορφη λύρα. Τα όνειρα του Νίκου παίρνουν σάρκα και οστά. Το τραγούδι γίνεται από εκείνη τη στιγμή ο σκοπός της ζωής του. Κανείς πια δεν μπορεί να τον εμποδίσει. Αλλά ούτε και ο ίδιος θα μπορούσε να φανταστεί πως με το τραγούδι του θα έφερνε μια μέρα μηνύματα αγάπης και λευτεριάς και θα ξεσήκωνε ολόκληρη την Ελλάδα.
Στα 17 με όπλα τη λύρα και τη φωνή του ζητά την ευχή της μάνας του, χαιρετά τα αγρίμια και το Ψηλορείτη και κατεβαίνει στο Ηράκλειο. Εκεί πιάνει δουλειά στο κέντρο "Κάστρο" και με τα λεφτά που παίρνει πληρώνει ίσα -ίσα την κάμαρα που είχε νοικιάσει. Ο Ξυλούρης την περίοδο αυτή είχε να αντιμετωπίσει τη μουσική εκείνης της εποχής (ευρωπαϊκά βαλς, ταγκό κ.λ.π) καθώς επίσης και τους μεγάλους λυράρηδες που δεν τον έβλεπαν με καλό μάτι. Τα οικονομικά του δεν πήγαιναν καλά, οι καλοί φίλοι όμως που είχε αποκτήσει στο Ηράκλειο τον βοηθούν οργανώνοντας γλέντια.
Την 21η Μαΐου του 1958, ο Νίκος Ξυλούρης παντρεύεται την Ουρανία Μελαμπιανάκη και το Σεπτέμβρη του ίδιου έτους αποφασίζουν να εγκατασταθούν μαζί στο Ηράκλειο.
Η αναγνώριση
Ο Νίκος συνεχίζει την ανοδική του πορεία και τον Νοέμβριο του 1958 βγάζει τον πρώτο του δίσκο με την εταιρία "Οντεόν" που έχει τίτλο "Μια μαυροφόρα που περνά". Η αμοιβή του ήταν μόλις 150 δραχμές !! Ο δίσκος είχε επιτυχία και έτσι η εταιρία του τον βοηθάει να κάνει κι άλλους δίσκους, βγάζοντας τον από τις δύσκολες μέρες.
Το 1960 γεννήθηκε ο γιός του, Γιώργος, και το 1966 η κόρη του, Ρηνιώ. Την χρονιά της γέννησης της κόρης του, το κράτος επιλέγει και στέλνει τον Νίκο Ξυλούρη σε φολκλορικό διαγωνισμό στο Σαν Ρέμο οπού ανάμεσα από δεκάδες συγκροτήματα ο Έλληνας λυράρης παίρνει το πρώτο βραβείο για την ερμηνεία του στο συρτάκι που έπαιξε με την λύρα.
Το 1967, επί δικτατορίας, ανοίγει στο Ηράκλειο το πρώτο κρητικό κέντρο, τον "Ερωτόκριτο" και τον Απρίλη του 1969 κάνει την πρώτη του επίσημη δοκιμαστική εμφάνιση του στην Αθήνα, στο κέντρο "Κονάκι". Την ίδια χρονιά, ηχογράφησε με μεγάλη επιτυχία το δίσκο "Ανυφαντού". Ο κόσμος τον αποθεώνει και ο Νίκος Ξυλούρης αποφασίζει να εγκατασταθεί στην Αθήνα. Κάποιο από τα βράδια ο Νίκος γνωρίζεται με τον σκηνοθέτη και ποιητή, Ερρίκο Θαλασσινό, και γίνονται αχώριστοι φίλοι. Μέσω του Θαλασσινού γνωρίζει τον μουσικοσυνθέτη, Γιάννη Μαρκόπουλο, με τον οποίο και συνεργάστηκε. Μετά από ένα χειμώνα επιτυχίας, το καλοκαίρι του ’70 κατεβαίνει στο Ηράκλειο να εργαστεί. Εκείνο το καλοκαίρι γνωρίζεται με τον Τάκη Λαμπρόπουλο, τότε διευθυντή της "Κολούμπια", ο οποίος και του ζητά να συνεργαστούν. Αυτή η συνάντηση αποτέλεσε την αφετηρία για την καριέρα του Νίκου. Το έργο του με τίτλο τα "Ριζίτικα", που τόσο καιρό προσπαθούσε να εκδώσει, γίνεται δίσκος και φιγουράρει στις βιτρίνες των αθηναϊκών καταστημάτων.
Τα παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης, με τη φωνή του Νίκου ΞΥΛΟΥΡΗ θα αποκτήσουν μια πανελλήνια εμβέλεια και μια δυναμική που ποτέ δεν είχαν στο παρελθόν, όσο μεγάλοι και αν ήταν οι καλλιτέχνες, τραγουδιστές και οργανοπαίχτες που την υπηρετούσαν.
Μέσα στην καρδιά της δικτατορίας, η φωνή του περίφημου Νίκου Ξυλούρη, είτε λέει τα τραγούδια του Μαρκόπουλου, είτε παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης, γίνεται σημαία αντίστασης «Ποτέ θα κάνει ξαστεριά», «Αγρίμια κι αγριμάκια μου»… Κανείς, αλλά και ούτε ο ίδιος θα μπορούσε να φανταστεί πως με το τραγούδι του θα έφερνε μια μέρα μηνύματα αγάπης και λευτεριάς και θα ξεσήκωνε όλη την Ελλάδα.
Μετά τα κέντρα και τις μπουάτ, έρχεται το θέατρο. Το καλοκαίρι του 1973 η αξέχαστη Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος ανεβάζουν το "Μεγάλο μας Τσίρκο". Ο Νίκος Ξυλούρης δίνει τον καλύτερο εαυτό του και τα ταμεία δεν προλαβαίνουν να κόβουν εισιτήρια. Η παράσταση μένει σταθμός στην καλλιτεχνική καριέρα του Νίκου.
Ο Νίκος ΞΥΛΟΥΡΗΣ στην ακμή της καριέρας του ζώντας μεγάλες στιγμές δόξας, χάνει την μάχη με την επάρατη νόσο και αφήνει για πάντα τα εγκόσμια την Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 1980 σε ηλικία μόλις 44 χρονών. Η φωνή του όμως παραμένει ζωντανή μέσα στις ψυχές των Κρητών σε όλο τον κόσμο που ακόμη και σήμερα τραγουδούν τα τραγούδια του κρατώντας ζωντανή τη φλόγα της Κρητικής λεβεντιάς.
Το Μεγάλο μας Τσίρκο
Το Μεγάλο μας Τσίρκο
Το πραξικόπημα της Χούντας των συνταγματαρχών έχει αποδείξει περίτρανα πως ο Ελληνικός Λαός μπορεί να αντισταθεί με όλα τα μέσα. Οι ανθρώποι των γραμμάτων, του θεάτρου, η νεολαία και η εργατιά ανέπτυξαν μια ποικιλόμορφη αντίσταση στους εντολοδόχους των Αμερικανών.
Πέραν από το πολυτεχνείο, που υπήρξε η κορύφωση του αγώνα του ελληνικού Λαού, τα ποιήματα, τα θεατρικά, τα τραγούδια και τα συνθήματα εμπνέουν μέχρι σήμερα τους νέους, μικρούς και μεγάλους, αγώνες.
Το 1973 και ενώ η Χούντα έδειχνε ακόμα πανίσχυρη ο Κώστας Καζάκος και η Τζένη Καρέζη ανεβάζουν στο θέατρο «ΑΘΗΝΑΙΟΝ» τη θεατρική παράσταση «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο». Δημιουργός του έργου είναι ο Ιάκωβος Καμπανέλλη ενώ στο έργο συμμετείχε και ο Νίκος Ξυλούρης ερμηνεύοντας τα τραγούδια του Σταύρου Ξαρχάκου.
Το έργο μέσα από τις κωμικοτραγικές του ιστορίες στόχο είχε την αφύπνιση του Ελληνικού λαού ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς που του είχε επιβληθεί. Οι παραστάσεις ήταν όλο ένα και μαζικότερες. Σύντομα η λογοκρισία της Χούντας έβαλε στο στόχαστρο της το έργο «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο». Η επιτροπή λογοκρισίας, μάταια προσπαθούσε να βρει στοιχεία. Τα κείμενα όμως ήταν αλληγορικά γραμμένα και οι σπόνδυλοι δίνονταν στη επιτροπή ανακατεμένοι.
Μέσα από σατιρικά και δραματικά νούμερα αλλά και τραγούδια γινόταν μια αναδρομή στην ιστορία της Ελλάδας από την Τουρκοκρατία, τον Όθωνα και τους υπόλοιπους κυβερνήτες της ανεξάρτητης Ελλάδας ως την Μικρασιατική καταστροφή και τον πόλεμο του '40 . Ο βασικότερος ήρωας του έργου, ήταν ο Θόδωρος Κολοκοτρώνης που αλληγορικά ο θεατρικός συγγραφέας τον τοποθετεί στην επανάσταση της 3ης του Σεπτέμβρη 1843, μέσα από τη οποία ο Ελληνικός λαός διεκδίκησε Σύνταγμα, και καλούσε τους Έλληνες σε νέο ξεσηκωμό.
Οι αναλυτές προσπαθούσαν να βρουν αντικαθεστωτικές εκφράσεις, όμως τα λόγια του Κολοκοτρώνη ήταν υπεράνω κάθε υποψίας.
Η παράσταση «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» είχε μεγάλη απήχηση στο αθηναϊκό κοινό και λόγω της μεγάλης προσέλευσης, οι παραστάσεις χαρακτηρίστηκαν εκ των υστέρων οι
μαζικότερες πολιτικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας μέχρι το Πολυτεχνείο.
Η Χούντα, σύντομα κατάλαβε ότι ενέκρινε ένα αντιστασιακό έργο και έβαλε στο στόχαστρο και πάλι την παράσταση.
Συνέλαβαν την Τζένη Καρέζη και την άφησαν στην απομόνωση για ένα μήνα. Τον Νοέμβριο του 1973 όταν αποφυλακίστηκε η Καρέζη, επέστρεψε στο θέατρο αποφασισμένη και συνέχισε την ίδια ακριβώς παράσταση που έμεινε στην ιστορία.
Από «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» οι φοιτητές υιοθέτησαν συνθήματα που ακούγονταν στην παράσταση, όπως «ΨΩΜΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», «ΦΩΝΗ ΛΑΟΥ ΟΡΓΗ ΘΕΟΥ» τα οποία ακούστηκαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Οι Καρέζη, Καζάκος, και Ξυλούρης συμμετείχαν στην εξέγερση.
Τρεις μέρες μετά στο σπίτι της Καρέζη και του Καζάκου, φιλοξενούνται αρκετοί ηθοποιοί όπου με κάθε μυστικότητα φτιάχνουν αντίγραφα της ραδιοφωνικής εκπομπής του Πολυτεχνείου. Οι χουντικοί καταφτάνουν στο χώρο και συλλαμβάνουν ξανά την Τζένη Καρέζη. Με την αποφυλάκιση της δεν το βάζει κάτω. Ξανανεβάζει, μαζί με τους υπόλοιπους την παράσταση.
Η Χούντα όμως δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Κάθε βράδυ έστελνε στο θέατρο μυστικούς αστυνομικούς οι οποίοι σημείωναν τις φράσεις με τις οποίες οι θεατές χειροκροτούσαν. Τότε άρχισε ο πόλεμος νεύρων εναντίον της Καρέζη και του Καζάκου. Μέρα παρά μέρα οδηγούνταν ενώπιον του στρατιωτικού ανακριτή ο οποίος τους απειλούσε ότι θα τους στείλει για διακοπές.
Τελικά ο Καζάκος και η Καρέζη συλλαμβάνονται. Στη φυλακή δεν βασανίστηκαν σωματικά όσο ψυχικά όπως τους υπόλοιπους κρατούμενους.
Στις 15 του Δεκέμβρη η Καρέζη και Καζάκος αποφυλακίζονται. Στις 22 του ίδιου μήνα οι παραστάσεις ξαναρχίζουν.
Στην πρεμιέρα οι αστυφύλακες βρίσκονταν στους διαδρόμους όρθιοι και κατασκοπεύουν το κοινό. Στο τέλος της παράστασης βροχή από λουλούδια έπεσε στην σκηνή. Συγκεκριμένα ήταν κόκκινα γαρύφαλλα τα οποία ο κόσμος είχε κρυμμένα. Όταν έπεσε η αυλαία η Καρέζη συγκινημένη ψιθύρισε «ναι, μπορώ να ξανακάνω φυλακή εάν χρειαστεί».
Το «μεγάλο μας τσίρκο» ήταν μια παράσταση σταθμός στην ιστορία.Συνδύαζε καλλιτεχνική αρτιότητα, συναίσθημα, ταλέντο αλλά κυρίως,πολιτική αφύπνιση. Το έργο και οι συντελεστές του στάθηκαν απέναντι στο τέρας της δικτατορίας, χωρίς κανένα φόβο. Ο κόσμος και αυτός ατρόμητος στήριξε την παράσταση και κατάφερε να την έχει σαν όπλο για την ανατροπή της πανίσχυρης Χούντας. Χωρίς καμία υπερβολή το «μεγάλο μας τσίρκο» συνέβαλε ουσιαστικά στη σπίθα που άναψε τη φλόγα της εξέγερσης.
Τα τραγούδια μαζί με κάποια από τα συνοδευτικά νούμερα της παράστασης κυκλοφόρησαν σε βινύλιο το 1974, ενώ το 2003 έγινε επανέκδοση του δίσκου σε CD.
Το πραξικόπημα της Χούντας των συνταγματαρχών έχει αποδείξει περίτρανα πως ο Ελληνικός Λαός μπορεί να αντισταθεί με όλα τα μέσα. Οι ανθρώποι των γραμμάτων, του θεάτρου, η νεολαία και η εργατιά ανέπτυξαν μια ποικιλόμορφη αντίσταση στους εντολοδόχους των Αμερικανών.
Πέραν από το πολυτεχνείο, που υπήρξε η κορύφωση του αγώνα του ελληνικού Λαού, τα ποιήματα, τα θεατρικά, τα τραγούδια και τα συνθήματα εμπνέουν μέχρι σήμερα τους νέους, μικρούς και μεγάλους, αγώνες.
Το 1973 και ενώ η Χούντα έδειχνε ακόμα πανίσχυρη ο Κώστας Καζάκος και η Τζένη Καρέζη ανεβάζουν στο θέατρο «ΑΘΗΝΑΙΟΝ» τη θεατρική παράσταση «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο». Δημιουργός του έργου είναι ο Ιάκωβος Καμπανέλλη ενώ στο έργο συμμετείχε και ο Νίκος Ξυλούρης ερμηνεύοντας τα τραγούδια του Σταύρου Ξαρχάκου.
Το έργο μέσα από τις κωμικοτραγικές του ιστορίες στόχο είχε την αφύπνιση του Ελληνικού λαού ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς που του είχε επιβληθεί. Οι παραστάσεις ήταν όλο ένα και μαζικότερες. Σύντομα η λογοκρισία της Χούντας έβαλε στο στόχαστρο της το έργο «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο». Η επιτροπή λογοκρισίας, μάταια προσπαθούσε να βρει στοιχεία. Τα κείμενα όμως ήταν αλληγορικά γραμμένα και οι σπόνδυλοι δίνονταν στη επιτροπή ανακατεμένοι.
Μέσα από σατιρικά και δραματικά νούμερα αλλά και τραγούδια γινόταν μια αναδρομή στην ιστορία της Ελλάδας από την Τουρκοκρατία, τον Όθωνα και τους υπόλοιπους κυβερνήτες της ανεξάρτητης Ελλάδας ως την Μικρασιατική καταστροφή και τον πόλεμο του '40 . Ο βασικότερος ήρωας του έργου, ήταν ο Θόδωρος Κολοκοτρώνης που αλληγορικά ο θεατρικός συγγραφέας τον τοποθετεί στην επανάσταση της 3ης του Σεπτέμβρη 1843, μέσα από τη οποία ο Ελληνικός λαός διεκδίκησε Σύνταγμα, και καλούσε τους Έλληνες σε νέο ξεσηκωμό.
Οι αναλυτές προσπαθούσαν να βρουν αντικαθεστωτικές εκφράσεις, όμως τα λόγια του Κολοκοτρώνη ήταν υπεράνω κάθε υποψίας.
Η παράσταση «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» είχε μεγάλη απήχηση στο αθηναϊκό κοινό και λόγω της μεγάλης προσέλευσης, οι παραστάσεις χαρακτηρίστηκαν εκ των υστέρων οι
μαζικότερες πολιτικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας μέχρι το Πολυτεχνείο.
Η Χούντα, σύντομα κατάλαβε ότι ενέκρινε ένα αντιστασιακό έργο και έβαλε στο στόχαστρο και πάλι την παράσταση.
Συνέλαβαν την Τζένη Καρέζη και την άφησαν στην απομόνωση για ένα μήνα. Τον Νοέμβριο του 1973 όταν αποφυλακίστηκε η Καρέζη, επέστρεψε στο θέατρο αποφασισμένη και συνέχισε την ίδια ακριβώς παράσταση που έμεινε στην ιστορία.
Από «Το Μεγάλο Μας Τσίρκο» οι φοιτητές υιοθέτησαν συνθήματα που ακούγονταν στην παράσταση, όπως «ΨΩΜΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», «ΦΩΝΗ ΛΑΟΥ ΟΡΓΗ ΘΕΟΥ» τα οποία ακούστηκαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Οι Καρέζη, Καζάκος, και Ξυλούρης συμμετείχαν στην εξέγερση.
Τρεις μέρες μετά στο σπίτι της Καρέζη και του Καζάκου, φιλοξενούνται αρκετοί ηθοποιοί όπου με κάθε μυστικότητα φτιάχνουν αντίγραφα της ραδιοφωνικής εκπομπής του Πολυτεχνείου. Οι χουντικοί καταφτάνουν στο χώρο και συλλαμβάνουν ξανά την Τζένη Καρέζη. Με την αποφυλάκιση της δεν το βάζει κάτω. Ξανανεβάζει, μαζί με τους υπόλοιπους την παράσταση.
Η Χούντα όμως δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Κάθε βράδυ έστελνε στο θέατρο μυστικούς αστυνομικούς οι οποίοι σημείωναν τις φράσεις με τις οποίες οι θεατές χειροκροτούσαν. Τότε άρχισε ο πόλεμος νεύρων εναντίον της Καρέζη και του Καζάκου. Μέρα παρά μέρα οδηγούνταν ενώπιον του στρατιωτικού ανακριτή ο οποίος τους απειλούσε ότι θα τους στείλει για διακοπές.
Τελικά ο Καζάκος και η Καρέζη συλλαμβάνονται. Στη φυλακή δεν βασανίστηκαν σωματικά όσο ψυχικά όπως τους υπόλοιπους κρατούμενους.
Στις 15 του Δεκέμβρη η Καρέζη και Καζάκος αποφυλακίζονται. Στις 22 του ίδιου μήνα οι παραστάσεις ξαναρχίζουν.
Στην πρεμιέρα οι αστυφύλακες βρίσκονταν στους διαδρόμους όρθιοι και κατασκοπεύουν το κοινό. Στο τέλος της παράστασης βροχή από λουλούδια έπεσε στην σκηνή. Συγκεκριμένα ήταν κόκκινα γαρύφαλλα τα οποία ο κόσμος είχε κρυμμένα. Όταν έπεσε η αυλαία η Καρέζη συγκινημένη ψιθύρισε «ναι, μπορώ να ξανακάνω φυλακή εάν χρειαστεί».
Το «μεγάλο μας τσίρκο» ήταν μια παράσταση σταθμός στην ιστορία.Συνδύαζε καλλιτεχνική αρτιότητα, συναίσθημα, ταλέντο αλλά κυρίως,πολιτική αφύπνιση. Το έργο και οι συντελεστές του στάθηκαν απέναντι στο τέρας της δικτατορίας, χωρίς κανένα φόβο. Ο κόσμος και αυτός ατρόμητος στήριξε την παράσταση και κατάφερε να την έχει σαν όπλο για την ανατροπή της πανίσχυρης Χούντας. Χωρίς καμία υπερβολή το «μεγάλο μας τσίρκο» συνέβαλε ουσιαστικά στη σπίθα που άναψε τη φλόγα της εξέγερσης.
Τα τραγούδια μαζί με κάποια από τα συνοδευτικά νούμερα της παράστασης κυκλοφόρησαν σε βινύλιο το 1974, ενώ το 2003 έγινε επανέκδοση του δίσκου σε CD.
Τετάρτη 7 Μαρτίου 2012
Βίντεο με τραγούδια του Ξυλούρη
Παρακάτω παραθέτουμε τα τραγούδια του Ξυλούρη που μας αρέσουν... Βολευτείτε όσο πιο αναπαυτικά μπορείτε στην καρέκλα/πολυθρόνα/καναπέ/κρεβάτι/ντουλάπα/ψυγείο/όπου αλλού σας αρέσει να σερφάρετε και απλά απολαύστε αυτή τη μελωδική φωνή!
Η Μπαλάντα του Κυρ Μέντιου
Πότε θα κάνει ξαστεριά
Ήτανε μια φορά
Έβαλε ο θεός σημάδι
Η ερμηνεία του Ερωτόκριτου από τον Ξυλούρη
Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί
Η Μπαλάντα του Κυρ Μέντιου
Πότε θα κάνει ξαστεριά
Ήτανε μια φορά
Έβαλε ο θεός σημάδι
Η ερμηνεία του Ερωτόκριτου από τον Ξυλούρη
Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί
Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012
Η Δισκογραφία του Νίκου Ξυλούρη
Δισκογραφία του Νίκου Ξυλούρη
• Μια μαυροφόρα που περνά (1958)
• Ανυφαντού (1969)
• Ο Ψαρονίκος (1970)
• Μαντινάδες και χοροί (1970)
• Χρονικό (1970)
• Ριζίτικα (1971)
• Διάλειμμα (1972)
• Ιθαγένεια (1972)
• Διόνυσε καλοκαίρι μας (1972)
• Ο τροπικός της Παρθένου (1973)
• Ο Ξυλούρης τραγουδά για την Κρήτη (1973)
• Ο Στρατής Θαλασσινός ανάμεσα στους Αγάπανθους (1973)
• Περήφανη ράτσα (1973)
• Ακολουθία (1974)
• Το μεγάλο μας τσίρκο (1974)
• Παραστάσεις (1975)
• Ανεξάρτητα (1975)
• Κομέντια, η πάλη χωρικών και βασιλιάδων (1975)
• Καπνισμένο τσουκάλι (1975)
• Τα που θυμούμαι τραγουδώ (1975)
• Κύκλος Σεφέρη (1976)
• Ερωτόκριτος (1976)
• Η συμφωνία της Γιάλτας και της πικρής αγάπης (1976)
• Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι (1977)
• Τα ερωτικά (1977)
• Τα Ξυλουρέικα (1978)
• Τα αντιπολεμικά (1978)
• Σάλπισμα (1978)
• 14 χρυσές επιτυχίες (1978)
Μετά Θάνατον Δισκογραφία
• Τελευταία ώρα Κρήτη (1981)
• Νίκος Ξυλούρης (1982)
• Πάντερμη Κρήτη (1983)
• Ο Δείπνος ο μυστικός (1984)
• Σταύρος Ξαρχάκος:Θεατρικά (1985)
• Ο Γιάννης Μαρκόπουλος στον ελληνικό κινηματογράφο (1988)
• Η συναυλία στο Ηρώδειο 1976 (1990)
• Το χρονικό του Νίκου Ξυλούρη (1996)
• Νίκος Ξυλούρης (2000)
• Η ψυχή της Κρήτης(2002)
• Ήτανε μια φορά...(2005)
• Του Χρόνου Τα Γυρίσματα (2005)
Τραγούδια
• Αγρίμια κι αγριμάκια μου
• Ακούς να λένε στα χωριά
• Αυτό τον κόσμο
• Βαρώντας γύρου ολόγυρα• Γεννήθηκα
• Γεννήθηκα σε μια στιγμή
• Δεν αγαπάς
• Είδα τον παππούλη μου
• Ερωτικό τραγούδι
• Ερωτόκριτος(Αποχαιρετισμός)
• Έχει ο χάρος σκαλωσιές
• Ζαβαρακατρανέμια
• Η μπαλάντα του κυρ Μέντιου
• Ήταν ο τόπος μου
• Ήτανε μια φορά
• Ιδανικοί αυτόχειρες
• Και να αδερφέ μου
• Καλήν εσπέραν αφεντάδες
• Κι αν έσβησε σαν ίσκιος
• Κρήτη μου, όμορφο νησί.
• Μάνα
• Μητέρα μεγαλόψυχη
• Μισεύεις αρχοντόπουλο
• Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί
• Ντιρλαντά
• Ο καλόγερος
• Ο μπροστάρης
• Ο πραματευτής
• Ο ταχυδρόμος πέθανε
• Οι πόνοι της Παναγίας
• Όσο βαρούν τα σίδερα
• Παλικάρι στα Σφακιά
• Πάνω στ' άργυρό σκαμνί
• Πειρασμός
• Πόσα χρόνια δίσεκτα
• Πότε θα κάνει ξαστεριά
• Πως να σωπάσω
• Σαν τα καράβια
• Στα μάτια και στο πρόσωπο
• Στο καφενείον η Ελλάς
• Στου Ψηλορείτη την κορφή.
• Τ' Ανάπλι
• Τη μέρα της Πεντηκοστής
• Την καρδιά σου
• Τις νύχτες
• Το άγαλμα της ελευθερίας
• Το ξεροστεριανό νερό
• Το σκοινί
• Το τραγούδι της γκιλοτίνας
• Του θάνατου παράγγειλα
• Τούτες τις μέρες
• Φιλεντέμ
• Φίλοι κι αδέλφια
• Φύσα αεράκι
• Χίλια μύρια κύματα
• Χρόνια και χρόνια στο τροχό
• Χρώματα και αρώματα
Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2012
Ριζίτικα Τραγούδια
Ριζίτικα τραγούδια
Μέχρι το Σεπτέμβριο του 1971, οπότε κυκλοφόρησε ο δίσκος 'Ριζίτικα', ο Νίκος Ξυλούρης, ο Ανωγειανός λυράρης που μέχρι τότε γνώριζαν μόνο η Κρήτη και όσοι άκουγαν τέτοιου είδους τραγούδια, κατέκτησε την πανελλήνια αναγνωρισιμότητα κι αναγορεύτηκε ως ο κύριος εκφραστής των συναισθημάτων του λαού μας στα δύσκολα και σκοτεινά χρόνια της δικτατορίας.
Οπότε θα έπρεπε να θεωρείται ελλιπές από μέρους μας να μην πούμε και δυο λόγια για τα ριζίτικα τραγούδια, τα παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης τα οποία τόσο πετυχημένα ερμηνεύτηκαν από τον Ξυλούρη...
Αγρίμια κι΄αγριμάκια μου, λάφια μου ΄μερωμένα
πέστε μου πού 'ν οι τόποι σας και πού ' ν τα γονικά σας;
-Γκρεμνά 'ν εμάς οι τόποι μας λέσκες τα γονικά μας
(σ)τα σπηλιαράκια του βουνού είναι η κατοικιά μας...
—Παραδοσιακό ριζίτικο
Τα ριζίτικα τραγούδια ανήκουν κυρίως στη Δυτική Κρήτη. Ωστόσο, είναι διαδεδομένα και στην Κεντρική Κρήτη.
Ρίζες, είναι οι υπώρειες και τα ριζίτικα τραγουδιούνται στα χωριά που βρίσκονται στους πρόποδες των ορέων. Από τις ρίζες των βουνών έλαβαν την ονομασία τους και τα τραγούδια: και από τον Ψηλορείτη (Ίδη) και τη Δίκτη, αλλά κυρίως τα Λευκά Όρη του Ν. Χανίων. Εξάλλου, υπάρχουν άλλες δύο απόψεις για την ονομασία "ριζίτικα": η μια δέχεται ότι πήραν το όνομά τους από την αρχαία Ριζηνία (Μεσκλά) και η άλλη διαπιστώνει, πως όπως π.χ. για άλλες κατηγορίες τραγουδιών υπάρχουν οι όροι "ανατολίτικα", "Μοραΐτικα" κλπ., έτσι αναλόγως τα τραγούδια της ρίζας, των προγόνων, της γενιάς, τα ονόμασε ο λαός Ριζίτικα.
Τα τραγούδια αυτά έχουν μακρά παράδοση και καλύπτουν πολλούς τομείς της έκφρασης του λαού, όπως τραγούδια της τάβλας (του τραπεζιού), της στράτας (εν πορεία), ενώ λέγονται επίσης στους γάμους, στις γιορτές και στις βαπτίσεις, όπως και σε περιπτώσεις γλεντιού. Η θεματολογία τους είναι ηρωικά - επαναστατικά κατά των κατακτητών, ιστορικά, αφηγηματικά, της ξενιτιάς, θρησκευτικά, αλληγορικά, της αγάπης, ποιμενικά κλπ. Η μουσική τους είναι σοβαρή και με στοιχεία πόνου.
Τα ριζίτικα τραγούδια δε χορεύονται. Τραγουδιούνται σε 32 μελωδίες, ή ομαδικά - χορωδιακά, ή αρχικά άδεται ένα ημιστίχιο από έναν τραγουδιστή και κατόπιν αυτό επαναλαμβάνεται χορωδιακά από την παρέα (καθ' υπακοήν και κατ' αντιφώνησιν), ενώ αρκετά ριζίτικα είναι ιδιόμελα με δικές τους μελωδίες. Δεν υπάρχει πάντα ομοιοκαταληξία, ο στίχος δεν είναι πάντα δεκαπεντασύλλαβος αν και αυτός υπερέχει στατιστικά. Τα ριζίτικα τραγούδια σπάνια συνοδεύονται στις παρέες με λαούτο, βιολί ή λύρα εν αντιθέσει με τις κοινωνικές εκδηλώσεις και τα κέντρα κρητικής μουσικής. Οι παρέες πριν και μετά από τα ριζίτικα τραγουδούν σε αργό ρυθμό μελωδικούς σκοπούς του χανιώτικου συρτού με μαντινάδες.
Ένα από τα αρχαιότερα ριζίτικα είναι το "κρούσος της Αντριανούπολης" που μαρτυρά τη στενή σχέση των Κρητών με τους βόρειους Έλληνες:
Τα χελιδόνια τση Βλαχιάς και τα πουλιά τση Δύσης
Κλαίσιν αργά, κλαίσιν ταχιά, κλαίσιν το μεσημέρι,
Κλαίσιν την Αντριανούπολη τη βαροκουρσεμένη,
Όπου την εκουρσεύανε τσι τρεις γιορτές του χρόνου:
Τω Χριστουγέννω για κερί και τω Βαγιώ για βάγια,
Και την ημέρα τση Λαμπρής για το Χριστός Ανέστη.
Το πιο γνωστό ριζίτικο τραγούδι είναι η "Ξαστεριά". Το θέμα του τραγουδιού ξεκίνησε από μια οικογενειακή υπόθεση ζωοκλοπής μετά φόνου: κάποιοι σκότωσαν τον βοσκό Νικόλα Γιάνναρη για να κλέψουν τα ζώα. Ο ιδιοκτήτης του κοπαδιού, περιμένοντας να έρθει ο Φλεβάρης (να Φλεβαρίσει) ώστε να ανοίξουν οι δρόμοι, να κατέβει από την κορφή του βουνού στο οροπέδιο του Ομαλού, να πάρει εκδίκηση για το βοσκό του, τραγούδησε:
Πότες θα κάμει ξεστεριά πότες θα Φλεβαρίσει
να πάρω το τουφέκι μου την όμορφη πατρόνα
να κατεβώ στον Ομαλό στη στράτα τω Μουσούρω...
Το τραγούδι "Πότε θα κάμει ξαστεριά" με την πάροδο των δεκαετιών από οικογενειακό τραγούδι έγινε επαναστατικό και τραγουδήθηκε σε διαφορετικές παραλλαγές ανάλογα με την κάθε εποχή.
Μέχρι το Σεπτέμβριο του 1971, οπότε κυκλοφόρησε ο δίσκος 'Ριζίτικα', ο Νίκος Ξυλούρης, ο Ανωγειανός λυράρης που μέχρι τότε γνώριζαν μόνο η Κρήτη και όσοι άκουγαν τέτοιου είδους τραγούδια, κατέκτησε την πανελλήνια αναγνωρισιμότητα κι αναγορεύτηκε ως ο κύριος εκφραστής των συναισθημάτων του λαού μας στα δύσκολα και σκοτεινά χρόνια της δικτατορίας.
Οπότε θα έπρεπε να θεωρείται ελλιπές από μέρους μας να μην πούμε και δυο λόγια για τα ριζίτικα τραγούδια, τα παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης τα οποία τόσο πετυχημένα ερμηνεύτηκαν από τον Ξυλούρη...
Αγρίμια κι΄αγριμάκια μου, λάφια μου ΄μερωμένα
πέστε μου πού 'ν οι τόποι σας και πού ' ν τα γονικά σας;
-Γκρεμνά 'ν εμάς οι τόποι μας λέσκες τα γονικά μας
(σ)τα σπηλιαράκια του βουνού είναι η κατοικιά μας...
—Παραδοσιακό ριζίτικο
Τα ριζίτικα τραγούδια ανήκουν κυρίως στη Δυτική Κρήτη. Ωστόσο, είναι διαδεδομένα και στην Κεντρική Κρήτη.
Ρίζες, είναι οι υπώρειες και τα ριζίτικα τραγουδιούνται στα χωριά που βρίσκονται στους πρόποδες των ορέων. Από τις ρίζες των βουνών έλαβαν την ονομασία τους και τα τραγούδια: και από τον Ψηλορείτη (Ίδη) και τη Δίκτη, αλλά κυρίως τα Λευκά Όρη του Ν. Χανίων. Εξάλλου, υπάρχουν άλλες δύο απόψεις για την ονομασία "ριζίτικα": η μια δέχεται ότι πήραν το όνομά τους από την αρχαία Ριζηνία (Μεσκλά) και η άλλη διαπιστώνει, πως όπως π.χ. για άλλες κατηγορίες τραγουδιών υπάρχουν οι όροι "ανατολίτικα", "Μοραΐτικα" κλπ., έτσι αναλόγως τα τραγούδια της ρίζας, των προγόνων, της γενιάς, τα ονόμασε ο λαός Ριζίτικα.
Τα τραγούδια αυτά έχουν μακρά παράδοση και καλύπτουν πολλούς τομείς της έκφρασης του λαού, όπως τραγούδια της τάβλας (του τραπεζιού), της στράτας (εν πορεία), ενώ λέγονται επίσης στους γάμους, στις γιορτές και στις βαπτίσεις, όπως και σε περιπτώσεις γλεντιού. Η θεματολογία τους είναι ηρωικά - επαναστατικά κατά των κατακτητών, ιστορικά, αφηγηματικά, της ξενιτιάς, θρησκευτικά, αλληγορικά, της αγάπης, ποιμενικά κλπ. Η μουσική τους είναι σοβαρή και με στοιχεία πόνου.
Τα ριζίτικα τραγούδια δε χορεύονται. Τραγουδιούνται σε 32 μελωδίες, ή ομαδικά - χορωδιακά, ή αρχικά άδεται ένα ημιστίχιο από έναν τραγουδιστή και κατόπιν αυτό επαναλαμβάνεται χορωδιακά από την παρέα (καθ' υπακοήν και κατ' αντιφώνησιν), ενώ αρκετά ριζίτικα είναι ιδιόμελα με δικές τους μελωδίες. Δεν υπάρχει πάντα ομοιοκαταληξία, ο στίχος δεν είναι πάντα δεκαπεντασύλλαβος αν και αυτός υπερέχει στατιστικά. Τα ριζίτικα τραγούδια σπάνια συνοδεύονται στις παρέες με λαούτο, βιολί ή λύρα εν αντιθέσει με τις κοινωνικές εκδηλώσεις και τα κέντρα κρητικής μουσικής. Οι παρέες πριν και μετά από τα ριζίτικα τραγουδούν σε αργό ρυθμό μελωδικούς σκοπούς του χανιώτικου συρτού με μαντινάδες.
Ένα από τα αρχαιότερα ριζίτικα είναι το "κρούσος της Αντριανούπολης" που μαρτυρά τη στενή σχέση των Κρητών με τους βόρειους Έλληνες:
Τα χελιδόνια τση Βλαχιάς και τα πουλιά τση Δύσης
Κλαίσιν αργά, κλαίσιν ταχιά, κλαίσιν το μεσημέρι,
Κλαίσιν την Αντριανούπολη τη βαροκουρσεμένη,
Όπου την εκουρσεύανε τσι τρεις γιορτές του χρόνου:
Τω Χριστουγέννω για κερί και τω Βαγιώ για βάγια,
Και την ημέρα τση Λαμπρής για το Χριστός Ανέστη.
Το πιο γνωστό ριζίτικο τραγούδι είναι η "Ξαστεριά". Το θέμα του τραγουδιού ξεκίνησε από μια οικογενειακή υπόθεση ζωοκλοπής μετά φόνου: κάποιοι σκότωσαν τον βοσκό Νικόλα Γιάνναρη για να κλέψουν τα ζώα. Ο ιδιοκτήτης του κοπαδιού, περιμένοντας να έρθει ο Φλεβάρης (να Φλεβαρίσει) ώστε να ανοίξουν οι δρόμοι, να κατέβει από την κορφή του βουνού στο οροπέδιο του Ομαλού, να πάρει εκδίκηση για το βοσκό του, τραγούδησε:
Πότες θα κάμει ξεστεριά πότες θα Φλεβαρίσει
να πάρω το τουφέκι μου την όμορφη πατρόνα
να κατεβώ στον Ομαλό στη στράτα τω Μουσούρω...
Το τραγούδι "Πότε θα κάμει ξαστεριά" με την πάροδο των δεκαετιών από οικογενειακό τραγούδι έγινε επαναστατικό και τραγουδήθηκε σε διαφορετικές παραλλαγές ανάλογα με την κάθε εποχή.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)